ΕΒΡΟΣ, ΥΨΩΜΑ «ΧΙΛΙΑ»: ΑΝΤΙΠΟΙΗΣΗ ΕΘΙΜΩΝ

Κάποτε, στη Ροδόπη της ελληνικής Θράκης, ζούσε μια μικρή μειονότητα. Ήταν μωαμεθανοί και μιλούσαν μια γλώσσα ιδιαίτερη, λίγο σλάβικη και κρατούσαν μέσα της λέξεις αρχαιοελληνικές. Λέγονταν Πομάκοι. Λέγαν πως ήταν ντόπιοι από πολλές γενιές και είχαν πολιτισμό αλλιώτικο, δικό τους. Μια μέρα όμως ήρθες το κακό. Ελλάδα και Τουρκία έγιναν φίλες σαν αδελφές και τι να δώσει δώρο η πρώτη στη δεύτερη, πιάνει και δίνει τους Πομάκους. Από τότε τους ντύσανε με το ζόρι όλα τα έθιμά τους τούρκικες φορεσιές και τα βγάζουν κάθε καλοκαίρι στο μεϊντάνι να καμαρώνουν οι πασάδες στην Άγκυρα, στην Αθήνα ….

     Στο φετινό πανηγύρι του ΧΙΛΙΑ (4,5 και 6 Αυγούστου 2000), οι διοργανωτές εμφορούμενοι από ένα ακραίο κεμαλικό εθνικισμό, απάλειψαν κάθε Πομάκικο στοιχείο και επικύρωσαν έτσι και συμβολικά, μια διαδικασία εκτουρκισμού, που βρισκόταν σε εξέλιξη τα τελευταία χρόνια με την ανοχή και πολύ συχνά με τη στήριξη της επίσημης ελληνικής πολιτείας. Στα βουνά της Ροδόπης επαναλαμβάνεται μία διαδικασία πολιτισμικής γενοκτονίας – ενός μικρού και ιστορικού λαού- αντίστοιχης με αυτές στις οποίες προέβη το τουρκικό κράτος στα εδάφη της Μικράς Ασίας, του Πόντου και του Κουρδιστάν. Οι Πομάκοι, με αποκηρυγμένη γλώσσα, ιστορία και ταυτότητα είναι τα σύγχρονα θύματα του γενοκτόνου κεμαλισμού.

     Ένα μεγάλο πανώ με ρήση του Μ. Κεμάλ, γραμμένο με έντονα κόκκινα γράμματα, αναρτημένο στην πιο περίοπτη θέση του χώρου του πανηγυριού, έδινε το στίγμα της διοργάνωσης και προϊδέαζε για τον διωγμό που υπέστη και η ελληνική γλώσσα, καθώς όποιες επιγραφές υπήρχαν, παλαιότερα, στα ελληνικά, τις αποκαθήλωσαν.

Ακόμα και η ελληνική σημαία υποβαθμίστηκε (αντικαταστήθηκε από άλλη πολύ μικρότερη της αρχικής), αφού στο ίδιο ύψος με αυτήν αναρτήθηκε η διπλάσια σε μέγεθος σημαία (κατασκευασμένη στην Τουρκία) του συλλόγου που διοργανώνει το πανηγύρι. Επιπλέον, οι διοργανωτές όρισαν ομάδα περιφρούρησης με κόκκινα περιβραχιόνια και άσπρα γράμματα (με τη λέξη GOREVLI δηλ. αρμόδιος) των οποίων η αισθητική και τα χρώματα παρέπεμπαν ευθέως στην τουρκική σημαία. Οι επιγραφές που υποδείκνυαν το χώρο στάθμευσης ήταν επίσης γραμμένες στα τουρκικά (Otopark).

     Η πομακική γλώσσα μιλιόταν χαμηλόφωνα από μεμονωμένες ομάδες Πομάκων, ιδιαίτερα προσεκτικές ώστε να μη θίξουν με την ένταση της φωνής τους το κύρος που είχε στην τελετή η τουρκική γλώσσα. Αλλά και η αλεβίτικη διάσταση της εκδήλωσης αφανίστηκε, καθώς τα όργανα της Άγκυρας ακολουθώντας την πολιτική της Μητέρας Πατρίδας έθεσαν υπό διωγμό και τους αλεβίτες Πομάκους της ανατολικής ορεινής Ροδόπης. Οι εκλεκτοί της Άγκυρας με επικεφαλής τον ψευτομουφτή Ιμπραήμ Σερίφ, συγκεντρώθηκαν την Παρασκευή 4 Αυγούστου 2000 στο αλεβίτικο χωριό Ρούσσα και εκεί έδωσαν το έναυσμα της έναρξης των εκδηλώσεων με λειτουργία στο σουνιτικό τέμενος του χωριού – ενώ είναι γνωστό ότι οι αλεβίτες δεν επισκέπτονται τα τζαμιά (αντίθετα το ιστορικό αλεβιτικό επίκεντρο των εκδηλώσεων ήταν ο γειτονικός τεκές της Ρούσας)- θέλοντας έτσι να δείξουν στους φοβισμένους αλεβίτες της περιοχής ότι αυτοί είναι τα “αφεντικά”, ότι το πανηγύρι πέρασε στα χέρια τους και ότι δεν υπάρχει χώρος για μη σουνίτες μουσουλμάνους. Βέβαια οι περισσότεροι αλεβίτες κάτω από τέτοιες συνθήκες κρύβουν την πραγματική τους πίστη και προσποιούνται -δηλώνοντας επίσημα- ότι είναι ορθόδοξοι σουνίτες και ότι αναγνωρίζουν ως θρησκευτικό τους ηγέτη τον ψευτομουφτή Ιμπραήμ Σερήφ, ο οποίος ήταν παρών σε όλες τις εκδηλώσεις.

     Ο αλεβιτισμός έχει παλαιότατες ρίζες στην περιοχή και ανάγεται στην προ της αλώσεως της Κωνσταντινούπολης περίοδο τότε που δερβίσηδες – που προπορεύονταν των οθωμανικών στρατευμάτων – προσηλύτισαν μερίδα των Πομάκων της περιοχής, στους οποίους επέβαλαν τουρκικά πολιτιστικά στοιχεία (γλώσσα, κουλτούρα, δοξασίες κ.α.) κάτι που επαναλαμβάνεται με διαφορετικό τρόπο σήμερα. Ο αλεβιτισμός άνθησε στη χερσόνησο του Αίμου μεταξύ των εξισλαμισθέντων γηγενών πληθυσμών από την ανατολική ορεινή Ροδόπη (Πομάκοι) μέχρι και τις ακτές της Αδριατικής (Αλβανοί).

     Μηνύματα στο “πανηγύρι της Γενοκτονίας των Πομάκων” έστειλε ο Υπουργός Πολιτισμού της Τουρκίας Ιστεμιχάν Ταλάι, ο Τούρκος Πρέσβης από την Αθήνα Αλή Τουιγκάν, ο υποπρόξενος Κομοτηνής Μπεχίτς Χατίπογλου, ενώ παρόντες ήταν όλοι όσοι επανδρώνουν την πενηντάδα του Προξενείου και οι οποίοι είτε εμμίσθως είτε αμίσθως αγωνίζονται για τη “συνέχιση του αγώνα που ξεκίνησε ο Κεμάλ Ατατούρκ, μέχρι το τέλος” (από αφιέρωση του βουλευτή Γκαλήπ Γκαλήπ στο Μαυσωλείο του Μ. Κεμάλ).

     Για πρώτη φορά στη γη των Πομάκων χορεύτηκαν εθνικοί τουρκικοί χοροί από συγκρότημα της τουρκικής πρωτεύουσας, που ήρθε με δαπάνες του τουρκικού Υπουργείου Πολιτισμού. Οι Τούρκοι χορευτές και οι συνοδοί τους, με την ιδιότητά τους ως εκπρόσωποι της Μητέρας Πατρίδας, επιδαψιλεύτηκαν με άπειρες τιμές και σεβασμό ενώ ο εκτουρκισμένος Πομάκος και πρόεδρος του πολιτιστικού συλλόγου «Χίλια» Μπεκήρ Ουστά Χασάν ανεφώνησε στην προσφώνησή του στα τουρκικά “ευχαριστούμε θερμά που ήρθατε φέτος. Πήραμε θάρρος… δεν μας αφήσατε μόνους ”. Όταν μάλιστα το συγκρότημα εμφανίστηκε με τις μαύρες στολές των Τσετών (Εφέδρων της Σιλίφκε-Σελεύκειας), δηλαδή ατάκτων σωμάτων που κατέσφαξαν τους Έλληνες και Αρμενίους στη Μικρά Ασία, τότε όλοι ξέσπασαν σε ζωηρά χειροκροτήματα. Το γελοίο δε της υποθέσεως είναι ότι, με την ίδια … ικανοποίηση χειροκρότησαν και κάποιοι Έλληνες εκπρόσωποι…

     Σε κάποια στιγμή οι εξ Αγκύρας χορευτές τοποθετήθηκαν με τέτοιο τρόπο στο χώρο, ώστε να σχηματίσουν την τουρκική ημισέληνο και το αστέρι, γεγονός που ενθουσίασε και έτυχε ευρύτατου σχολιασμού σε πολλές συζητήσεις που ακολούθησαν τόσο στα ορεινά όσο και στα καφενεία της Κομοτηνής.

     Από πλευράς επισήμων “τίμησαν” το πανηγύρι της Γενοκτονίας των Πομάκων ο νομάρχης Ροδόπης Στ. Σταυρόπουλος (σημειώνουμε ότι το πανηγύρι γίνεται έξω από τα όρια του νομού Ροδόπης), οι βουλευτές Έβρου Ζαμπουνίδης και Λυμπεράκης (ο τελευταίος μάλιστα ευχόταν με ενθουσιασμό στους διοργανωτές … Χρόνια Πολλά, και του χρόνου), ο αστυνομικός υποδιευθυντής Κώστας Ντομάζης και ελάχιστοι άλλοι. Είναι αξιοσημείωτο ότι ο νομάρχης Έβρου Γ. Ντόλιος δεν εμφανίστηκε, αν και το πανηγύρι γινόταν εντός των ορίων του νομού του. Σύμφωνα με τα σχόλια που διατυπώθηκαν, δια της απουσίας του, προστάτευσε στο ελάχιστο τον εαυτό του και το αξίωμά του από τον εξευτελισμό που μπορεί να αισθάνεται κανείς μπρος σε μια τέτοια εκδήλωση βάναυσης αλλοίωσης του χαρακτήρα ενός ιστορικού θρακιώτικου πανηγυριού.

     Αντίθετα, ο ομόλογός του Νομάρχης Ροδόπης, θεωρώντας ίσως ότι το τουρκικό εθνικό συγκρότημα, οι χοροί των τσετών, ο σχηματισμός της τουρκικής σημαίας, το πανώ του Μ. Κεμάλ Ατατούρκ και οι ανθελληνικές κορώνες αποτελούν γνήσια έκφραση των Πομάκικων περιοχών και της τοπικής ιστορίας δήλωσε ότι χαίρεται διότι τα ήθη και τα έθιμα του πληθυσμού εκφράζονται γνήσια (sic), ότι πρέπει να διατηρούνται και δεν επιτρέπεται να επεμβαίνει κανείς σε αυτά…. Εδώ χάριν παιδειάς θα μπορούσε να θυμηθεί κανείς τον στίχο της κρητικής μαντινάδας, που λέει: “όποιος δεν είναι μερακλής και στ’ άρματα τεχνίτης, καλύτερα να μην πατεί στα χώματα της Κρήτης ”.     

     Τιμητική θέση στο πανηγύρι είχαν ο Γ. Γκαλήπ και ο Ριτβάν Χατίπογλου, οι οποίοι περιστοίχιζαν τον Αγά του πανηγυριού, υποδηλώνοντας έτσι τον ρόλο τους σε όλη την διοργάνωση. Δεν έλειψαν και οι οικονομικές προσφορές, όπως του βουλευτή Ροδόπης της Ν.Δ. Ευρ. Στυλιανίδη, του Συνεταιρισμού Σουφλίου, της Ομοσπονδίας Τουρκικών Συλλόγων Γερμανίας, του δημάρχου Μύκης Μουσταφά Αγκά, του δημάρχου Αρριανών Μεμέτ Χαλήλ, του κοινοτάρχη Οργάνης Χατζηγιακούπ, κ.α.

     Κορυφαίο δείγμα φυλετικού μίσους ήταν και η στάση των διοργανωτών απέναντι στον έλληνα παλαιστή Κυριάκο Βογιατζή, ο οποίος είναι από τους παλαιότερους παλαιστές των Πομάκικων πανηγυριών. Όταν ο Κ. Βογιατζής τους ζήτησε να ανακοινώσουν το ποσό που θα πάρει ο κάθε παλαιστής για τα έξοδα και την αμοιβή του, σε περίπτωση νίκης (όπως εδώ και δεκαετίες γίνεται), του είπαν ότι θα πάρει 10.000 δρχ.- οι οποίες δεν κάλυπταν ούτε καν τα καύσιμα μετάβασης- και ότι δεν υπάρχουν χρήματα. Ο έλληνας παλαιστής αντιλήφθηκε ότι τον εμπαίζουν με απροσχημάτιστο τρόπο και διαμαρτυρήθηκε. Τότε βρήκαν την ευκαιρία και του είπαν ότι τον τιμωρούν με αποκλεισμό από το πανηγύρι και σχεδόν τον έδιωξαν, ανακοινώνοντας από το μεγάφωνο το περιστατικό με τέτοιο τρόπο, που προκάλεσε τις αποδοκιμασίες των θεατών και τον δημόσιο διασυρμό ενός παλαιστή που όλοι οι Πομάκοι τον τιμούσαν για δεκαετίες για το ήθος και τον χαρακτήρα του. Η κίνηση ήταν προσχεδιασμένη ώστε ο αθλητής που ταύτισε περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον το όνομά του με τα Πομάκικα πανηγύρια να απομακρυνθεί με τρόπο φασιστικό και φυσικά να μη αποτελέσει και αγωνιστικό κίνδυνο για τους παλαιστές που ήρθαν από τη “Μητέρα Πατρίδα” και οι οποίοι έτσι πήραν εύκολα την πρώτη θέση και τα βραβεία, προς μεγάλη τέρψιν των παρισταμένων. Τους δύο εκ Τουρκίας παλαιστές ο Κυρ. Βογιατζής τους γνώριζε από άλλο πανηγύρι –της Νιγρίτας- όπου παλαιότερα τους είχε νικήσει. Παρόλα αυτά υπήρξαν αναφορές του μειονοτικού Τύπου ότι μόλις οι Έλληνες αντίκρυσαν τους Τούρκους παλαιστές τρομοκρατήθηκαν και έψαχναν αφορμή να εγκαταλείψουν τον αγώνα… (εφημ. BALKAN, 12.8.00.  α.φ.  61) και έτσι επιβεβαιώθηκε για άλλη μια φορά το διαδεδομένο τόσο στην Τουρκία όσο και στη μειονότητα, εθνικό στερεότυπο του Έλληνα ως θρασύδειλου που υποχωρεί ατάκτως εμπρός στη δύναμη των Τούρκων. Πρέπει πάντως να επισημανθεί ότι για την οικονομική ενίσχυση των παλαιστών υπήρχαν στις εισόδους του πανηγυριού εισιτήρια προς 500 δρχ. το ένα (στο σώμα των εισιτηρίων υπήρχε τυπωμένη η φράση ότι κόβονται ειδικά για την οικονομική ενίσχυση των παλαιστών). Κόπηκαν πάνω από 5.000 εισιτήρια και άρα υπήρχαν εισπράξεις άνω των 2.500.000 δρχ. για τον σκοπό αυτό. Όμως στον έλληνα αρχιπαλαιστή είπαν ότι θα δώσουν μόνο 10.000δρχ.! Είναι άγνωστο πόσα από τα εκατομμύρια εδόθησαν στους εκ Μητέρας Πατρίδας παλαιστές οι οποίοι διαβεβαίωσαν ότι «θα έρχονται πλέον κάθε χρόνο να παλέψουν ακόμα και με ματωμένα χέρια»….

     Ένας εκ των Τούρκων παλαιστών, στο ενδιάμεσο των γύρων της πάλης με έναν Έλληνα, απευθυνόταν στο πλήθος και στο πανώ του Μ. Κεμάλ Ατατούρκ και φώναζε “Hey, be atam, biz ne yapmadik ki!” (δηλ. έι, μεγάλε πατέρα μου, τι δεν έχουμε κάνει εμείς!), εννοώντας τα θαύματα και την ανδρεία του τουρκικού έθνους, τα οποία επιδεικνύονται τώρα και μέσα στην Ελλάδα. Το χέρι του νικητή αυτού το σήκωνε στο τέλος του αγώνα με μεγάλη εθνική υπερηφάνεια ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ Γκαλήπ Γκαλήπ, ενθουσιασμένος από την ανδρεία του παλαιστή και από τα αλυτρωτικά συνθήματα που φώναζε, ενώ πάλευε υπό τους ήχους των νταουλιών –τα οποία έπαιζαν εμψυχωτικά εμβατήρια που χρησιμοποιούσε ο οθωμανικός στρατός όταν επιτίθετο.

     Η προσπάθεια μετατροπής ενός παραδοσιακού πανηγυριού των αλεβιτών Πομάκων σε πεδίο ελληνοτουρκικής  αθλητικής αντιπαράθεσης, είναι άλλο ένα δείγμα εκτουρκισμού και καταστροφής του περιεχομένου και του μηνύματος του θεσμού.

     Τη σύνδεση των πανηγυριών αυτών με εορτασμούς των Γκρίζων Λύκων (και με … αθλητικές εκδηλώσεις που γίνονται κατ’ έτος στα Σύμβολα Κομοτηνής), την επιβεβαίωση και η τουρκική κρατική τηλεόραση (TRT) η οποία θεώρησε το πανηγύρι ως ένα κρίκο της αλυσίδας των εκδηλώσεων που διοργανώνει η φασιστική οργάνωση, στο εσωτερικό και το εξωτερικό. Την ίδια ημέρα γινόταν ένα άλλο μεγάλο πανηγύρι των Γκρίζων Λύκων στην πόλη Erciyez στην επαρχεία της Καισάρειας. Δεν ήταν δε τυχαίο ότι δεξιά του Αγά του πανηγυριού του Χίλια καθόταν ο Ριτβάν Χατίπογλου, πρόεδρος της “τουρκικής” Νεολαίας Κομοτηνής ο οποίος θεωρείται από κάποιους ως ο αρχηγός των Γκρίζων Λύκων της περιοχής μας.

     Λίγο πριν τη λήξη των παλαιστικών αγώνων, και σα να βρίσκονταν σε τουρκική επαρχία, παρασημοφορήθηκαν από εκπρόσωπο του Τούρκου Υπουργού Πολιτισμού κάποιοι εκ των διοργανωτών (στην πραγματικότητα για τον … εθνικό αγώνα που δίνουν μέσα σε ελληνικό έδαφος) οι οποίοι στη συνέχεια επιβιβάσθηκαν στο τουρκικό λεωφορείο, με το εθνικό έμβλημα της Τουρκίας, το οποίο (έμβλημα) ούτε καν από στοιχειώδες τακτ δεν φρόντισαν να αφαιρέσουν.

     Αναλύοντας το λόγο, τη σκέψη και την τακτική που ακολούθησαν οι διοργανωτές παρατηρούμε την εξόφθαλμη διγλωσσία και την υποκρισία που τους χαρακτηρίζει. Ενώ στις ομιλίες τους στα τουρκικά αλλά και στις δηλώσεις τους στα τουρκικά Μ.Μ.Ε. μίλησαν για τουρκισμό, για τους προγόνους που πριν 600 χρόνια κατέλαβαν τα εδάφη αυτά, άφησαν υπονοούμενα για τον εθνικό αγώνα που δίνουν μέσα στην εχθρική Ελλάδα και στα χώματα που ανήκαν κάποτε στην οθωμανική αυτοκρατορία, αντίθετα στις δηλώσεις τους στα ελληνικά Μ.Μ.Ε. εξέφρασαν την … θερμή τους πίστη στην … ελληνοτουρκική φιλία, στην ειρήνη και στο ρόλο των πανηγυριών ως γέφυρα φιλίας μεταξύ των δύο λαών, στην ανάγκη οι λαοί να είναι αγαπημένοι και άλλες παρόμοιες υποκριτικές δηλώσεις. Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και ο Γκαλήπ Γκαλήπ και ο πρόεδρος του συλλόγου Χίλια Χασάν Μπεκήρ Ουστά. Πρόκειται για φασιστική προπαγάνδα που εφαρμόζουν με επιτυχία (η πολιτική εξάλλου του Γιώργου Παπανδρέου μεγιστοποίησε την αποτελεσματικότητά της), με σκοπό να αποπροσανατολιστεί η ελληνική κοινή γνώμη, να μπλοκαρισθούν τα ανακλαστικά της για να συνεχίσουν ανενόχλητοι το υπονομευτικό τους έργο.

     Αλγεινή εντύπωση προκάλεσε πάντως και η ακατανόητη αδιαφορία των υπευθύνων του Δασαρχείου της περιοχής, το οποίο αν και διαθέτει δύο μεγάλα κτίρια στο χώρο του πανηγυριού, δεν φρόντισε να υπάρχει αναρτημένη ούτε μία ελληνική σημαία, αλλά άγνωστο πως, υπήρχε ένα κοντάρι με τρεις σχισμένες λωρίδες διαφανούς πλαστικού… Αυτό δε που προκάλεσε το γέλιο και τα ειρωνικά σχόλια των Γκρίζων Λύκων ήταν ολιγομελής ομάδα ελλήνων υπαλλήλων κρατικής υπηρεσίας άμεσα ενδιαφερόμενης για τα θέματα αυτά, οι οποίοι κάθισαν σε ένα τραπέζι και καταβρόχθισαν ψητό κατσικάκι το οποίο απετέλεσε μάλλον το μόνο ουσιαστικό τους μέλημα… Φαίνεται όμως ότι και τα κινητά τηλέφωνα (τουλάχιστον της PANAFON) ακολούθησαν το πνεύμα των εκδηλώσεων, αφού οι επισκέπτες βρίσκονταν εκτός των ελληνικών τηλεφωνικών κυμάτων και εντός των τουρκικών τα οποία από το ύψωμα του Χίλια μέχρι και τη Νέα Σάντα περίπου, εναλλάσσονταν μεταξύ των τουρκικών εταιρειών TGR PANAFON, TCELL και TELSIM. Όταν πλέον τελείωνε ο ορεινός όγκος και η πεδιάδα εμφανίστηκε στον κοντινό ορίζοντα το κινητό προσαρμόστηκε στα όρια του επίσημου ελληνικού κράτους.

     Είναι βέβαιο ότι εάν ποτέ συσταθεί Δικαστήριο Πολιτισμικών Γενοκτονιών σε βάρος μικρών και ανυπεράσπιστων λαών, εκτός από τους Τούρκους θα πρέπει σίγουρα να δικασθούν και πολλοί έλληνες εγκληματίες οι οποίοι στηρίζουν με τις πράξεις τους τη λευκή γενοκτονία των Πομάκων.

 

(Από το αρχείο του Κέντρου Πομακικών Ερευνών, 21.08.2000).

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Κατηγορία: